Wednesday, 24 April, 2024

26 Οκτωβρίου 1912: Η μέρα που μίλησε η ελληνική ψυχή!  

Το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου με τελετουργικό τρόπο και εν μέσω επευφημιών

ο Αλέξανδρος Ζάννας, ύψωσε την ελληνική σημαία στο Λευκό Πύργο.

Πρέπει να γίνει ευρέως γνωστό το γεγονός, ότι σε όλους τους πολέμους που έχει καταγράψει η ελληνική ιστορία, ποτέ, μα ποτέ οι Έλληνες δεν ήσαν πολυπληθέστεροι αλλοεθνούς εχθρού. Πάντα ολιγάριθμοι, αλλά με ψυχή και με επιστράτευση του νου δια τεχνασμάτων, κατόρθωναν οι παππούδες να αποτρέπουν τους εισβολείς. Δεν νικούσαν πάντα, αλλά και οι ήττες έγραφαν σελίδες δόξας. Είναι δε ενδεικτική η αναφορά του Κολοκοτρώνη «ούτε καβαλλαρία δεν είχαμεν» (η αιδώς δεν μού επιτρέπει να αναφέρω και με ποιο όπλο ξεκίνησε τον απελευθερωτικό αγώνα ο Ανδρούτσος), όπως και του Μακρυγιάννη «Και δεν είχαμεν ούτε όπλα οι περισσότεροι, ούτε τ’ αναγκαία του πολέμου όλοι».

Κάπως έτσι ήταν και η κατάσταση, από στρατιωτικής απόψεως, της Ελλάδας αρχές του Οκτωβρίου 1912, όταν κανείς δεν πίστευε τότε ότι ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες ενός πολέμου με τους Οθωμανούς. Ούτε καν οι εξ ανάγκης σύμμαχοί της (Σερβία και Βουλγαρία) που είχαν συνάψει μυστική μεταξύ τους Συνθήκη, αγνοώντας την αδύναμη Ελλάδα.

Απλώς, την ανέχθηκαν, με την σκέψη ότι ο στόλος της ίσως εμπόδιζε τον τουρκικό, που μετέφερε στρατεύματα από την Λιβύη, μετά τον αποτυχημένο εκεί πόλεμο κατά των Ιταλών (με τον Μουσταφά Κεμάλ εκ των ηγετών). Και η Ελλάδα εξέπληξε τους πάντες. Ακόμη και τους στρατιωτικούς και πολιτικούς επικεφαλής της, που είχαν κι αυτοί δισταγμούς, αλλά που δεν δίστασαν να πάρουν την μεγάλη απόφαση κήρυξης του πολέμου κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στις 5 Οκτωβρίου 1912.

Δεν μπορούσε να πράξει διαφορετικά η χώρα μας, από την στιγμή που η έλλειψη συνθήκης η οποία να καθορίζει σαφώς τα περί κυριότητας των απελευθερωμένων εδαφών, οδηγούσε στην θέση ότι η κατοχή θα ανήκε σε όποιον τα απελευθέρωνε. Και λόγω του ότι, οι Βούλγαροι, ιδιαιτέρως, ήσαν βέβαιοι πως δεν θα κατόρθωνε ο ελληνικός στρατός να διαβεί τον εξαιρέτως οχυρωμένο Σαραντάπορο, άρα αυτοί θα ήσαν οι πρώτοι που θα κατελάμβαναν εδάφη των αποχωρούντων Οθωμανών.

Δεν ήταν παράλογη η πεποίθησή τους, αφού οι Γερμανοί στρατιωτικοί, στην υπηρεσία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, είχαν φροντίσει για την οχύρωση του στενού, και το θεωρούσαν αδιάβατο. Όμως, δεν λογάριασαν ούτε την ελληνική ψυχή, ούτε την στρατιωτική ευφυΐα, που βρήκαν τρόπο αντιμετώπισης και κατάληψής του, εφαρμόζοντα εναλλακτικές λύσεις (είναι οι ελληνικές… πατέντες).

Και βρέθηκε στα μακεδονικά χώματα απελευθερώνοντας τη μια πόλη μετά την άλλη. Μετά από σφοδρή μάχη, (19-20 Οκτωβρίου) με μεγάλες απώλειες κι από τις δυο πλευρές, ο ελληνικός στρατός μπήκε θριαμβευτής στα Γιαννιτσά, ενώ οι Τούρκοι οπισθοχώρησαν προς τη Θεσσαλονίκη. Ήταν η αρχή του τέλους, όχι μόνον της απελευθέρωσης της πόλης, αλλά και του πρώτου βαλκανικού πολέμου.

Η πορεία προς τη Θεσσαλονίκη δεν ήταν εύκολη. Οι Τούρκοι, κατά την υποχώρησή τους, είχαν καταστρέψει πολλές γέφυρες και περάσματα, δυσχεραίνοντάς την. Αλλά δεν υπήρχε χρόνος για καθυστέρηση, διότι οι Βούλγαροι πλησίαζαν. Κι επειδή, όπως ανέφερα, η ελληνική κυβέρνηση δεν είχε έρθει σε κάποια συνεννόηση εκ των προτέρων για τα εδάφη που κάθε χώρα θα επαναποκτούσε, όποια εκ των συμμαχικών δυνάμεων απελευθέρωνε ή καταλάμβανε έδαφος, το προσαρτούσε.

Αυτό δυστυχώς, δεν ίσχυσε για την Ελλάδα, που περιέργως παραχώρησε την Πελαγονία (Μοναστήρι, Κρούσοβο κ.ά.) στους Σέρβους, χωρίς να υπάρχει ούτε ένας Σέρβος κάτοικος εκεί. Έτσι, κι ενώ ο στρατιωτικός σχεδιασμός προέβλεπε πορεία προς Μοναστήρι, για οριστική εξολόθρευση των οθωμανικών στρατευμάτων που θα τα πλαγιοκοπούσαν όλες οι συμμαχικές δυνάμεις, το ελληνικό στράτευμα στράφηκε προς Θεσσαλονίκη για να προφτάσει τους Βουλγάρους. Υπάρχει ένα πολιτικό μύθευμα, που δεν έχει καμιά ιστορική βάση. Ότι, δήθεν, ο Βενιζέλος διέταξε τον αρχιστράτηγο να κατευθυνθεί στη Θεσσαλονίκη, διότι εκείνος… δεν ήθελε! Στην Έκθεση του Γενικού Επιτελείου Στρατού “Ο Ελληνικός Στρατός κατά τους Βαλκανικούς πολέμους”, που καταρτίσθηκε επί βενιζελικής κυβέρνησης το 1932 και περιλαμβάνει όλα τα ιστορικά στοιχεία εκείνης της περιόδου δεν υπάρχει κανένα παρόμοιο τηλεγράφημα. Επιπρόσθετο στοιχείο αποτελεί και ένα απόσπασμα ομιλίας του καθηγητή Κ. Βαβούσκου και επί μακρά σειρά ετών προέδρου της Εταιρίας Μακεδονικών Σπουδών:

«… Ο διάδοχος Κωνσταντίνος δεν εστράφη προς Θεσσαλονίκην λόγω διαταγής του Βενιζέλου, αλλά λόγω του ότι τα ανιχνευτικά σώματα, τα οποία είχε εξαποστείλει προς ανατολάς, τον ενημέρωσαν περί της εκεί στρατιωτικής καταστάσεως. Ο αγαπητός συνάδελφός μου καθηγητής της Ιστορίας εις το Πανεπιστήμιον Αθηνών Πρωτοψάλτης, ασχοληθείς ειδικώς με το θέμα, κατά την έρευνά του εις τα αρχεία του τότε Υπουργείου Στρατιωτικών ουδεμία τοιαύτη διαταγή ανεύρε. Συνεπώς, το θέμα πρέπει να κλείσει οριστικώς. Διότι όλοι τότε έπραξαν το καθήκον των». Έτσι, το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου (στην πραγματικότητα η παράδοση της πόλης υπεγράφη στις 3 μετά τα μεσάνυχτα, της 27ης, αλλά για ευνόητους λόγους ταυτίστηκε με την ημέρα της γιορτής του πολιούχου Αγίου Δημητρίου, με τελετουργικό τρόπο και εν μέσω χειροκροτημάτων και επευφημιών, ο Αλέξανδρος Ζάννας, ύψωσε την ελληνική σημαία στο Λευκό Πύργο.

Γράφει η ιστορία ότι τον βοήθησε κάποιος ναυτικός. Και δεν αναρωτήθηκε κανείς ερευνητής μέχρι τώρα, γιατί τονίζεται ότι ήταν ναυτικός αυτός που τον βοήθησε. Να προσθέσουν λοιπόν στη συγγραφή τους, ότι ο ναυτικός, έφερε στον Ζάννα τμήμα από το κατάρτι της ναυαρχίδας που είχε βυθίσει ο Βότσης, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως ιστός.

voria.gr

26 Οκτωβρίου 1912: Η μέρα που μίλησε η ελληνική ψυχή!

Μοιραστείτε με τους φίλους σας
Μοιράσου με τους φίλους σου